Μια βδομάδα πια πριν την έναρξη της σεζόν και φτάνουμε στο τρίτο και τελευταίο μέρος του μίνι σίκουελ των καλοκαιρινών blogs για τις τρεις Αγγλιδούλες μας. Στο πρώτο blog είδαμε τη Λιγκ 2, πριν από μια βδομάδα, στο δεύτερο, πιάσαμε τη Λιγκ 1 και τώρα είναι η σειρά της Τσάμπιονσιπ.
Η Τσάμπιονσιπ, το συζητάμε εδώ και χρόνια από τα Μαθήματα της εφημερίδας, αλλάζει και η διαφορά της σε σχέση με τις υπόλοιπες Αγγλιδούλες συνεχώς ανοίγει. Τόσο σε οικονομικό όσο και σε αγωνιστικό επίπεδο.
Δείτε, πρώτα από όλα, τους ιδιοκτήτες των ομάδων της Τσάμπιονσιπ. Φέτος, από τις 24 ομάδες, οι 16 ανήκουν σε ανθρώπους ή εταιρίες εκτός βρετανικών νησιών. Γουίγκαν, Γουέστ Μπρομ, Σέφιλντ Γουένσντεϊ, Ρέντινγκ, ΚΠΡ, Κάρντιφ, Μπλάκμπερν, Μπέρμιγχαμ είναι σε ασιατικά χέρια, Φούλαμ, Μίλγουολ, Σουόνσι σε αμερικάνικα, η Τσάρλτον ανήκει στον Βέλγο Ρολάντ Ντουσατελέτ, η Λιντς στον Ιταλό Αντρέα Ραντριτζάνι, η Χαλ στην οικογένεια του Αιγύπτιου Ασέμ Αλάμ, η Νότιγχαμ στον Μαρινάκη και, τέλος, η Μπάρνσλι έχει περάσει εδώ και ενάμιση χρόνο σε ένα πολυεθνικό γκρουπ αμερικάνικων/κινέζικων/ινδικών συμφερόντων.
Εντυπωσιακό, έτσι; Μόνο το 1/3 των ομάδων της φετινής Τσάμπιονσιπ έχουν Άγγλους ιδιοκτήτες, ποσοστό παρόμοιο με την Πρέμιερ Λιγκ (13/20 σε μη Άγγλους). Και για να δούμε τη διαφορά με τις υπόλοιπες Αγγλιδούλες, στη Λιγκ 1 είναι τέσσερις οι ομάδες που έχουν περάσει σε «ξένα» χέρια (Μπρίστολ Ρόβερς, Κόβεντρι, Όξφορντ, Πόρτσμουθ) και στη Λιγκ 2 δύο, η «γερμανική» Μπράντφορντ και η Όλνταμ του Μαροκινού Αμπνταλάχ Λεμσαγκάμ. Άντε, αν θέλετε ας πούμε δυόμισι στη Λιγκ 2, αφού και στη Σάλφορντ, μαζί με τη γνωστή τάξη του ’92 των Φιλ και Γκάρι Νέβιλ, Πολ Σκόουλς, Νίκι Μπατ, Ράιαν Γκιγκς, Ντέιβ Μπέκαμ, που έχουν από 10% και σύνολο το 60% της ομάδας, τo 40% ανήκει στον Σιγκαπουριανό ιδιοκτήτη της Βαλένθια Πίτερ Λιμ.
Και δείτε επιπλέον και τους πάγκους. Από τις 23 ομάδες της φετινής Τσάμπιονσιπ (η 24η, η Σέφιλντ Γουένσντεϊ, είναι ακέφαλη αυτή τη στιγμή) οι εννιά έχουν ξένους προπονητές. Δύο Γερμανοί (Μπάρνσλι, Χάντερσφιλντ), ένας Ισπανός (Μπέρμιγχαμ), ένας Δανός (Μπρέντφορντ), ένας Κροάτης (Γουέστ Μπρομ), ένας Πορτογάλος (Ρέντινγκ), ένας Γάλλος (Νότιγχαμ), ένας Ολλανδός (Ντέρμπι) και ένας Αργεντίνος (Λιντς).
Για να κάνουμε και εδώ τη σύγκριση, στις 48 ομάδες της Λιγκ 1 και της Λιγκ 2, υπάρχει μόνο ένας ξένος προπονητής. Κι αυτός λίγο κουφή περίπτωση, ο «άγνωστος» Γάλλος Λοράν Μπανιντέ, που ανέλαβε φέτος το καλοκαίρι το έτσι κι αλλιώς ιδιαίτερο φρούτο της Όλνταμ.
Δεν είναι μόνο θέμα κουλτούρας, που προφανώς και αλλάζει και πλέον πολλές ομάδες δεν έχουν τόση σχέση με αυτό που εννοούμε όταν λέμε αγγλικές. Είναι και ποιότητας. Το επίπεδο και η τακτική πολυπλοκότητα έχουν πλέον ανέβει, όπως κατάλαβε, για παράδειγμα, πολύ καλά ο Τόνι Πούλις πέρυσι…
Η Τσάμπιονσιπ των δύο ταχυτήτων
Μεγάλος ο πρόλογος σήμερα, αλλά και όντως ιδιαίτερη η Τσάμπιονσιπ. Με τον ίδιο τρόπο πάντως θα τη δούμε, προσπαθώντας να γκρουποποιήσουμε τις ομάδες. Και πάρτε το αυτό ως γενική συμβουλή αν θέλετε. Το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνετε σε κάθε πρωτάθλημα με το οποίο θέλετε να ασχοληθείτε είναι να γκρουποποιήσετε τις ομάδες. Υπογεγραμμένο αυτό, όσο καλύτερη γκρουποποίηση κάνετε, κι όσο βέβαια πιο έγκαιρα και εύστοχα προσαρμόζετε το «ranking» σας καθώς θα προχωρούν οι αγωνιστικές, τόσο καλύτερα θα πάει η στοιχηματική σεζόν σας. Γιατί νομίζετε, εξάλλου, ότι στο Match Money εδώ και χρόνια έχουμε καθιερώσει στα καλοκαιρινά αφιερώματα της εφημερίδας οι ομάδες να παρουσιάζονται γκρουποποιημένα; Προφανώς όχι απλά για αισθητικούς ή χωροταξικούς λόγους…
Στο γνωστό λοιπόν πίνακα, βλέπετε τις αποδόσεις της Bet365 για την κατάκτηση του φετινού τίτλου στην Τσάμπιονσιπ, στην πρώτη στήλη τις τωρινές και στη δεύτερη αυτές με τις οποίες άνοιξε η αγορά στις 28 Μαΐου.
Αν τον δείτε συνολικά και κάπως στα γρήγορα, θα παρατηρήσετε ότι, σε πολύ χοντρικές γραμμές, μιλάμε για μια κατηγορία δύο ταχυτήτων. Ουσιαστικά δηλαδή, δεν υπάρχουν μεσαίες ομάδες, μόνο Πρέστον, Σουόνσι και Μπλάκμπερν τοποθετούνται από την αγορά στην αδιαφορία της μέσης. Από κει και πέρα, υπάρχει η πάνω ταχύτητα, με τις ομάδες της διεκδίκησης της αυτόματης ανόδου και, κατά δεύτερο λόγο, της μάχης των πλέι οφ, και υπάρχει και η κάτω ταχύτητα, των ομάδων που λίγο ή πολύ μπορεί να κινδυνέψουν.
Η Λιντς και ο Μαρσέλο Μπιέλσα
Ξεκινώντας από το πολύ απλό, η Λιντς είναι όντως πρώτο φαβορί. Στις αρχικές τιμές βέβαια, όπως βλέπετε, άνοιξε δεύτερο φαβορί, στο 9,00. Αλλά τότε, τον Μάιο, υπήρχαν ακόμη ερωτηματικά, η σφαλιάρα των πλέι οφ ήταν νωπή και, κυρίως, δεν είχε ξεκαθαρίσει αν θα συνεχίσει στον πάγκο της ο Μαρσέλο Μπιέλσα. Ο Αργεντίνος όμως έμεινε στο Έλαντ Ρόουντ, το σοκ των πλέι οφ απορροφήθηκε σιγά σιγά και απόλυτα φυσιολογικά η αγορά την έριξε στο 5,50.
Προσωπικά, πέρυσι την ερωτεύτηκα τη Λιντς του Μπιέλσα. Ήταν φοβερό αυτό που έκανε ο Αργεντίνος, που αν δεν ήταν Αργεντίνος αλλά Άγγλος τα μίντια του Νησιού θα είχαν πάθει παράκρουση με την πάρτη του. O «Profesor» ήρθε πέρυσι το καλοκαίρι σε μια χώρα με την οποία δεν είχε μέχρι τότε καμία επαφή, ανέλαβε έναν από τους πλέον δύστροπους συλλόγους και, χωρίς κανένα διάστημα προσαρμογής, κατάφερε να μας παρουσιάσει μια από τις πιο καυλωτικές ομάδες που έχουμε δει σε επίπεδο Τσάμπιονσιπ εδώ και χρόνια.
Για να το συνειδητοποιήσετε, ο Μπιέλσα ανέλαβε μια Λιντς που είχε τερματίσει 13η και καταϊδρωμένη στη σεζόν 2017-18 και το περσινό καλοκαίρι απέκτησε ουσιαστικά μόνο τρεις παίκτες. Τον αριστερό μπακ Ντάγκλας από τη Γουλβς, τον φορ Μπάμφορντ από τη Μίντλεσμπρο και ως δανεικό τον πιτσιρικά εξτρέμ Χάρισον από τη Σίτι – άντε, να αναφέρω και τον Κασίγια, τον Ισπανό γκολκίπερ που ήρθε τον Γενάρη ελεύθερος από τη Ρεάλ. Αυτοί ήταν, στοπ. Κι από αυτούς μάλιστα, ο Ντάγκλας και ο Μπάμφορντ, οι δύο καλές και ακριβές, έχασαν πάνω από τη μισή σεζόν με σοβαρούς τραυματισμούς… Αυτή την ομάδα λοιπόν, με το τόσο ιδιαίτερο DNA, χωρίς ενίσχυση και βγάζοντας συνεχώς άσους από το μανίκι, την έφτασε μια… ηλιθιότητα μακριά από την άνοδο.
Τι εννοώ ηλιθιότητα; Πώς αλλιώς να το πω, δεν ξέρω, το απίστευτο Λιντς – Γουίγκαν 1-2 εννοώ, το ματς στο οποίο έχασε πέρυσι την άνοδο ο Μπιέλσα, στις 19 Απριλίου. Κι όσοι από τους ΑΕΚτζήδες αναγνώστες κάνουν το συνειρμό με το ΑΕΚ – Ιωνικός 0-1 του 2004-05, όχι, δεν είμαστε κολλημένοι, ούτε μας κυνηγάνε ακόμη τα φαντάσματα του Νατσούρα και του Βασιλείου. Είναι όντως ακριβώς η ίδια περίπτωση…
Φέτος, και μέχρι τώρα τουλάχιστον, δεν έχει αλλάξει η μεταγραφική πολιτική. Η μεγάλη της κίνηση είναι ο δανεισμός με οψιόν του Χέλντερ Κόστα από τη Γουλβς, που πρόπερσι, όταν οι «λύκοι» πήραν τον τίτλο και ανέβηκαν στην Πρέμιερ, ήταν ο καλύτερος παίκτης της Τσάμπιονσιπ. Από κει και πέρα, ανανέωσε το δάνειο του Χάρισον και πήρε δανεικό και ένα στόπερ από την Μπράιτον, τον Μπεν Γουάιτ (πέρυσι δανεικός στην Πίτερμπορο, πρόπερσι στη Νιούπορτ). Φαντάζομαι ότι ως το τέλος των μεταγραφών κάτι θα πάρει ακόμη (κυρίως στόπερ), αλλά η συνολική εικόνα δεν αλλάζει, η Λιντς του Μπιέλσα δεν είναι ομάδα που αγοράζεται αλλά ομάδα που χτίζεται και εξελίσσεται ολοένα.
Τα αρνητικά που μπορώ να δω στη Λιντς είναι δύο. Το πρώτο είναι το προφανές, μην τυχόν και γίνει οτιδήποτε μέσα στη σεζόν και ο Μπιέλσα τα πάρει και σηκωθεί και φύγει. Και το δεύτερο, το πέταξα και παραπάνω το υπονοούμενο, ότι ο Αργεντίνος δέχεται ύπουλο πόλεμο από τα αγγλικά μίντια. Και η Λιντς, ακριβώς επειδή είναι η Λιντς, που παραδοσιακά έχει δημιουργήσει μια κουλτούρα μόνη μου και όλοι σας, χάνει εύκολα την ψυχραιμία της ως οργανισμός και δεν ξέρει πώς να προστατεύσει τον εαυτό της.
Η κεντρική ιδέα όμως είναι αυτή. Ο Μπιέλσα πλέον έχει την αγγλική εμπειρία και έμαθε τις κακοτοπιές. Και το πιο φυσιολογικό σενάριο που έχω στο μυαλό μου είναι η Λιντς το καλοκαίρι του 2020 να έχει επιστρέψει στην Πρέμιερ Λιγκ μετά από -αν είναι δυνατόν!- δεκάξι ολόκληρα χρόνια.
Ο Σλάβεν Μπίλιτς και ο 70άρης Νιλ Γουόρνοκ
Από όλες τις υπόλοιπες αυτού του μεγάλου γκρουπ, προσωπικά θα είχα πιο χαμηλά τη Γουέστ Μπρομ. Πολύ χοντρικά, η δικιά μου η σειρά θα ήταν Λιντς, ΟΚ, το ‘παμε, καθαρά πρώτο φαβορί, δεύτερη θα τοποθετούσα τη Γουέστ Μπρομ του Σλάβεν Μπίλιτς, που του έχω μια αδυναμία από τον καιρό της εθνικής Κροατίας, και πιο πίσω, μαζί, τη Φούλαμ και την Κάρντιφ του Νιλ Γουόρνοκ.
Μια παρένθεση εδώ, καιρό ήθελα να την πω αυτή την ιστορία. Τον Μπίλιτς τον πήγα από την πρώτη στιγμή που τον πέτυχα ως προπονητή, από το Αγγλία – Κροατία 2-3 στα προκριματικά του Euro 2008, το ματς που απέκλεισε τους Άγγλους και που αποτέλεσε το κύκνειο άσμα του Στιβ ΜακΛάρεν.
Εκείνες τις μέρες, σε μια εκπομπή της αγγλικής τηλεόρασης, είναι καλεσμένος ο Μπίλιτς, μαζί με τους κλασικούς Άγγλους σχολιαστές, δεν θυμάμαι τώρα ποιοι ακριβώς, αλλά οι γνωστοί, ο Γκλεν Χοντλ, o Τζέιμι Ρέντναπ κτλ. Οι Άγγλοι έχουν επικεντρώσει στην εθνική τους, για τον ΜακΛάρεν που δεν ξεκίνησε τον Μπέκαμ, για το αιώνιο πρόβλημα της συνύπαρξης Λάμπαρντ και Τζέραρντ, για την κατάρα των γκολκίπερ που τρέμουν τα χέρια τους και πάει λέγοντας, τα μόνιμα υπαρξιακά του αγγλικού ποδοσφαίρου της προηγούμενης γενιάς. Ο Μπίλιτς έχει κάπως απομονωθεί από την κουβέντα, αλλά κάποια στιγμή παίρνει κι αυτός το λόγο: «Σας ακούω τόση ώρα να ψάχνετε αυτό κι εκείνο και τ’ άλλο, αλλά σόρι, η αλήθεια είναι ότι σας νικήσαμε γιατί, πολύ απλά, έχουμε καλύτερους παίκτες και καλύτερη ομάδα από εσάς». Με «βαλκανικά» αγγλικά και απίστευτα κουλ ύφος – και μείνανε οι Άγγλοι να κοιτάζουν ο ένας τον άλλο…
Συνεχίζοντας, με τη φετινή Κάρντιφ είμαι λίγο διστακτικός. Τον Νιλ Γουόρνοκ, δεν χρειάζεται να ξαναλέω τα προφανή, τον θεωρώ τον καλύτερο προπονητή που έχουμε γνωρίσει στις Αγγλιδούλες. Τι να λέμε τώρα, ο άνθρωπος είναι το αγγλικό ποδόσφαιρο αυτοπροσώπως, οι γνώσεις του και η εμπειρία του είναι κυριολεκτικά ανεκτίμητες.
Αλλά είμαι κάπως διστακτικός. Ο Γουόρνοκ έχει πια πατήσει τα 70 του χρόνια και τον Δεκέμβριο θα κλείσει τα 71. Και δυσκολεύομαι να δω, πέρα από την αρρώστια, που φυσικά δεν μας εγκαταλείπει ποτέ, ποια μπορεί να είναι η κινητήριος δύναμη μέσα στο μυαλό και στην ψυχή του. Συγκεκριμένο στόχο δεν έχει πια, ό,τι μπορούσε να πετύχει το πέτυχε στην καριέρα του. Το ρεκόρ των ανόδων το έκανε (οχτώ ανόδους έχει πια ο Γουόρνοκ, τις περισσότερες από κάθε άλλο προπονητή στην ιστορία του αγγλικού ποδοσφαίρου) και το να ξαναβιώσει το λαμπερό κόσμο της Πρέμιερ δεν τον ενδιαφέρει καθόλου – ο Γουόρνοκ ποτέ δεν ζήλεψε και ποτέ δεν αγάπησε τα φώτα της Πρέμιερ, η ζωή του όλη είναι οι Αγγλιδούλες.
Πραγματικά λοιπόν δεν ξέρω πόσο θα αντέξει και αν φτάνει απλά το μικρόβιο για να κρατήσει τη σπίθα ζωντανή. Δεν θα το συνεχίσω πάντως και θα αποφύγω να βγάλω τελικό συμπέρασμα. Γουόρνοκ είναι, όσους δισταγμούς κι αν έχω, πάντα θα τον σέβομαι και ποτέ δεν θα τον υποτιμήσω. Έτσι, χωρίς πολλά πολλά, κρατάω στο γκρουπ των διεκδικητών την Κάρντιφ και την επανεκτιμούμε στην πορεία…
Μπέρδεμα στο κυνήγι των πλέι οφ
Προχωρώντας, οι υπόλοιπες έξι της αγοράς είναι μπέρδεμα, προσωπικά θα δυσκολευόμουν να τις τιμολογήσω. Πάντως, Μπρέντφορντ και Μπρίστολ Σίτι, έστω κι αν δεν είναι από τα παραδοσιακά ονόματα της Τσάμπιονσιπ που εξ ορισμού κυνηγούν πλέι οφ, έχουν όντως πλάνο, επενδύουν στοχευμένα και το γυροφέρνουν το ξεπέταγμα. Οι τιμές τους, ειδικά το 13,00 της Μπρέντφορντ, μου φαίνονται κάπως μικρές, αλλά δεν είμαι και σίγουρος, ίσως να επηρεάζομαι περισσότερο από ό,τι πρέπει από τη φανέλα. Το σίγουρο είναι πως το (καλό) πλάνο υπάρχει.
Η Στόουκ είναι ερωτηματικό με την πλήρη αλλαγή λογικής και φιλοσοφίας που θα προσπαθήσει να φέρει ο Νέιθαν Τζόουνς. Ο Τζόουνς, θυμίζω, είναι ο μάνατζερ που έφτιαξε τη Λούτον και που πήγε στο Μπριτάνια πέρυσι στη μέση της σεζόν. Το αγωνιστικό πλάνο του Τζόουνς είναι και εδώ συγκεκριμένο και ενδιαφέρον και η Στόουκ προφανώς έχει το ειδικό βάρος να το υποστηρίξει. Όμως, από την άλλη, υπάρχει πίεση και ο ίδιος ο Τζόουνς, στη Λούτον, φάνηκε να θέλει το χρόνο του, την πρώτη χρονιά απέτυχε να την ανεβάσει από τη Λιγκ 2, τη δεύτερη σεζόν ήταν που το τρένο μπήκε στις ράγες.
Η Νότιγχαμ έχει πάλι πολλές αλλαγές και νέα πρόσωπα, με πρώτο και καλύτερο ένα από τα τρυφερά πόδια των πάγκων της φετινής Τσάμπιονσιπ, τον Γαλλοτυνήσιο Σαμπρί Λαμουσί, που, στα 47 του και μετά την Ακτή Ελεφαντοστού, την Ελ Τζαΐς του Κατάρ και τη γαλλική Ρεν, για πρώτη φορά στην καριέρα του, είτε ως παίκτης είτε ως προπονητής, περνά τη Μάγχη.
Τρυφερό πόδι έχουμε στον πάγκο και της Ντέρμπι, που κέρδισε πέρυσι το λαχείο Φρανκ Λάμπαρντ, αλλά φέτος το καλοκαίρι τής έκατσε η κέντα με την κατάσταση στην Τσέλσι και ξαναξεκινά από την αρχή. Βαρύ όνομα βέβαια ο Ολλανδός Φιλίπ Κοκού, που αναλαμβάνει στο Πράιντ Παρκ, αλλά εδώ είναι Τσάμπιονσιπ, δεν είναι Ερεντιβίζι, πρέπει να τον δούμε πώς και αν θα προσαρμοστεί.
Όσο για τη Μίντλεσμπρο, μετά από δύο μπερδεμένες σεζόν στην Τσάμπιονσιπ, και καθώς τα χρήματα του γνωστού «αλεξίπτωτου» δεν υπάρχουν φέτος, αποφάσισε να πάει σε τελείως διαφορετική λογική, δίνοντας τα ηνία στον 39χρονο πια πρώην διεθνή Άγγλο στόπερ Τζόναθαν Γούντγκεϊτ, που ήταν στο προπονητικό τιμ της σε διάφορα πόστα τα τελευταία χρόνια και ξεκινά τώρα επίσημα την καριέρα του.
Γενικώς, και με λίγα λόγια, μπέρδεμα. Είναι και οι έξι από τις περιπτώσεις που θα ήθελα να κλείσουν οι μεταγραφές (φέτος οι μεταγραφές στην Τσάμπιονσιπ κλείνουν στις 8 Αυγούστου) και να ολοκληρωθούν τα ρόστερ. Πιέζοντας πάντως τα πράγματα, Μπρέντφορντ και Μπρίστολ Σίτι μού βγάζουν κάτι καλό, Στόουκ δεν ξέρω, και για Ντέρμπι, Νότιγχαμ, Μίντλεσμπρο θα έλεγα πως τα ερωτηματικά που βλέπω αυτή τη στιγμή είναι περισσότερα από τις απαντήσεις που έχω.
Όσο για τη Σέφιλντ Γουένσντεϊ και τη Χάντερσφιλντ, θα τις τοποθετούσα στο από κάτω γκρουπ, στο μεσαίο δηλαδή. Τη Γουένσντεϊ απλά και μόνο σε αναγνωριστική λογική, είναι βλέποντας και κρίνοντας αυτή τη στιγμή η Γουένσντεϊ, δεν μπορούμε να πούμε πολλά. Όταν ανακοινώσει το διάδοχο του Στιβ Μπρους, που την εγκατέλειψε πριν από λίγες μέρες και εν μέσω προετοιμασίας για τη Νιούκαστλ, την ξαναβλέπουμε.
Η Χάντερσφιλντ είναι η λιγότερο δυνατή από τις τρεις που έπεσαν από την Πρέμιερ, βγάζει την αίσθηση πως το έφτασε εδώ και καιρό το πικ της και τώρα είναι ξανά στο κατέβασμα. Η Χάντερσφιλντ ανέβηκε τη σεζόν 2016-17 χωρίς να το έχει προγραμματίσει, απλά επειδή έτυχαν οι τρεις κατάλληλοι άνθρωποι σε τρεις θέσεις κλειδιά, ο Ντέιβ Βάγκνερ στον πάγκο, ο Στιούαρτ Γουέμπερ στη θέση του τεχνικού διευθυντή και ο πρόεδρος Ντιν Χόιλ. Και πλέον κανείς δεν είναι στο Χάντερσφιλντ. Ο Βάγκνερ έφυγε πέρυσι στη μέση της σεζόν, όταν ήταν καθαρό ότι δεν μπορεί να τη σώσει και είχε χάσει τη σπίθα του, ο Γουέμπερ είχε φύγει ήδη από πρόπερσι το καλοκαίρι (πήγε στη Νόριτς και ήταν καταλυτικός στην άνοδο των «καναρινιών»), ενώ και ο Χόιλ φέτος τον Μάιο αποσύρθηκε από τη θέση του προέδρου και ψάχνει, μετά από δέκα χρόνια, να πουλήσει το κλαμπ.
Το αλεξίπτωτο της Πρέμιερ
Πριν πάμε στο ολιγομελές μεσαίο γκρουπ της Τσάμπιονσιπ, μια ακόμη παρένθεση, για το «αλεξίπτωτο» που έγραψα προηγουμένως. Αναφέρομαι στα parachute payments, τη βοήθεια που δίνει η Πρέμιερ Λιγκ στις ομάδες που υποβιβάζονται ώστε να μπορέσουν να αντεπεξέλθουν στο σοκ της διαφοράς των οικονομικών δεδομένων της Τσάμπιονσιπ.
Οι ομάδες λοιπόν που πέφτουν στην Τσάμπιονσιπ παίρνουν τμηματικά για την επόμενη τριετία (ή διετία αν η παρουσία τους στην Πρέμιερ ήταν μόνο μια σεζόν) ένα ποσό γύρω στα 90 εκ. λίρες συνολικά. Το θέμα με τη Μίντλεσμπρο, που υποβιβάστηκε το 2017, είναι πως έμεινε στην Πρέμιερ μόνο μια σεζόν, οπότε ό,τι ήταν να πάρει το πήρε πρόπερσι και πέρυσι, φέτος γιοκ. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τη Χαλ, που επίσης δικαιούνταν «μόνο» για δύο σεζόν το «αλεξίπτωτο».
Για τα πρακτικά, συνολικά έξι είναι οι Αγγλιδούλες που έχουν να παίρνουν φέτος χρήματα από την Πρέμιερ. Οι τρεις που έπεσαν τον Μάιο, η Χάντερσφιλντ, η Φούλαμ και η Κάρντιφ, θα πάρουν περίπου 41 εκ. λίρες, η Στόουκ, η Γουέστ Μπρομ και η Σουόνσι, που έπεσαν το 2018, θα πάρουν κάπου στα 34 εκ. και η Σάντερλαντ της Λιγκ 1, που έπεσε το 2017, γνώρισε δύο σερί υποβιβασμούς και φέτος είναι στην τρίτη της σεζόν στο Φούτμπολ Λιγκ, θα πάρει 15 εκ.
Το μεσαίο γκρουπ και η Πρέστον
Πάμε και στο μεσαίο γκρουπ. Όπου δεν έχω κανένα πρόβλημα με την Μπλάκμπερν και τη Σουόνσι. Απλά, όπως προείπαμε, θα τους έφερνα παρεΐτσα τη Χάντερσφιλντ και τη Γουένσντεϊ και είμαστε ΟΚ για αρχή.
Την Πρέστον όμως θα την ανέβαζα στο από πάνω γκρουπ, έστω και σαν ουρά. Από τις πολύ θετικές ομάδες της περσινής σεζόν, πολύ καλή αύρα και δυνατή δουλειά από τον Άλεξ Νιλ. Δεν έχει βέβαια την οικονομική κινητικότητα των Μπρέντφορντ και Μπρίστολ Σίτι, αλλά ταυτότητα και πλάνο έχει. Κι αν της κάτσουν οι μικρές λεπτομέρειες, που πάντα είναι το κλειδί στην αγγλική σεζόν, μπορεί να παίξει το ρόλο της ως διεκδικήτρια πλέι οφ.
Μπλέξανε Μπέρμιγχαμ και Χαλ
Στην ουρά, στο γκρουπ της κάτω ταχύτητας, δεν έχω κάποια σοβαρή διαφωνία, δεν θα ανέβαζα δηλαδή καμία από αυτές σε άλλο γκρουπ. Στη σειρά, ΟΚ, πάντα υπάρχουν διαφοροποιήσεις, αλλά, μεταξύ μας, ψιλά γράμματα. Το βασικό είναι πως όλες αυτές θα είναι ικανοποιημένες από τη σεζόν τους αν και του χρόνου παραμένουν ομάδες Τσάμπιονσιπ.
Σε κάθε περίπτωση, στην καλύτερη μοίρα από αυτές, μάλλον θα είχα τη Λούτον. Οι «καπελάδες» έχουν τραβήξει πολλά εδώ και χρόνια. Θυμηθείτε, η Λούτον ήταν η ομάδα που η FA και το Φούτμπολ Λιγκ με τις συνεχόμενες αφαιρέσεις βαθμών κυριολεκτικά τη διέλυσαν, στέλνοντάς τη σούμπιτη από την Τσάμπιονσιπ τo 2007 στη Νάσιοναλ το 2009! Μαχαιριά κανονική. Κόλλησε πέντε χρονιές στη Νάσιοναλ η Λούτον, πριν τελικά καταφέρει να επιστρέψει στο Φούτμπολ Λιγκ το 2014. Όμως αυτή τη στιγμή, με τις δύο σερί ανόδους, ψυχολογικά είναι σε γεμάτο φεγγάρι.
Από την άλλη, Χαλ και Μπέρμιγχαμ έχουν μπλέξει. Η Χαλ, διοικητικά, είναι εδώ και χρόνια μια κατάσταση Νιούκαστλ, με τους οπαδούς μόνιμα σε κόντρα με την κουρασμένη διοίκηση της οικογένειας του Ασέμ Αλάμ. Τέλειωσε και για αυτή το «αλεξίπτωτο», δεν είμαι και καθόλου σίγουρος ότι ο Γκραντ ΜακΚαν (πέρυσι στην Ντονκάστερ) θα διαχειριστεί τις ιδιαιτερότητες και τα ζόρια το ίδιο καλά με τον Νάιτζελ Άντκινς, χωρίς καμία αμφιβολία είναι στο γκρουπ των επικίνδυνων.
Όσο για την Μπέρμιγχαμ, ίσως ακόμη χειρότερα τα πράγματα, η αλλαγή απόδοσης που βλέπετε, από το 26,00 των αρχικών τιμών στο σημερινό 51,00, είναι χαρακτηριστική και απόλυτα δικαιολογημένη. Ο -κατά Μπάρι Φράι- μόνιμα κοιμώμενος γίγαντας έχει σοβαρά οικονομικά/διοικητικά θέματα, αρκεί να θυμίσω ότι πέρυσι τέλειωσε τη σεζόν με αφαίρεση βαθμών. Ο Γκάρι Μονκ, που ήταν το αλεξικέραυνο πέρυσι, τα έσπασε με τη διοίκηση στις αρχές του καλοκαιριού και πλέον στον πάγκο προωθήθηκε ο βοηθός του, ο Ισπανός Πεπ Κλοτέτ. Που έχει κάνει όνομα στα αγγλικά γήπεδα ως ασίσταντ, αλλά στην πρώτη του προπονητική απόπειρα, στην Όξφορντ πριν από δύο χρόνια, τα έκανε θάλασσα…
Καλή σεζόν να έχουμε!
ΥΓ. Αφού είχα ολοκληρώσει το blog και ήμουν στα τελευταία μερεμέτια ψάχνοντας φωτογραφίες και βίντεο, έπεσα πάνω σε ένα αφιέρωμα του Zastro στον Μαρσέλο Μπιέλσα. Γράφτηκε μόλις πριν από λίγες μέρες, στις 21 Ιουλίου, τη μέρα που ο Μπιέλσα έκλεισε τα 64. Και αξίζει να το διαβάσετε. Και να δείτε το βιντεάκι με το οποίο κλείνει το κείμενό του ο Zastro και το οποίο αναπαράγω και εγώ.