Τις τελευταίες ημέρες γίνεται και πάλι μεγάλος ντόρος γύρω από το όνομα του Μάικλ Τζόρνταν με αφορμή φυσικά το πολυδιαφημισμένο ντοκιμαντέρ του ESPN «The Last Dance», ένα ντοκιμαντέρ αφιέρωμα στην τελευταία σεζόν της δυναστείας των Σικάγο Μπουλς, η οποία ως γνωστόν ολοκληρώθηκε με το 6ο δαχτυλίδι των «Ταύρων».
Για τη συντριπτική πλειοψηφία του κόσμου ο Μάικλ Τζόρνταν θεωρείται μέχρι σήμερα ο GOAT (Greatest Of All Time) του αθλήματος. Φυσικά ο συγκεκριμένος τίτλος δεν του έχει δοθεί μόνο για τα κατορθώματά του εντός παρκέ, αλλά κυρίως για το impact του στο σπορ. Είναι ο άνθρωπος που πήγε το άθλημα σε άλλο επίπεδο, είναι ο άνθρωπος που έβαλε μία μπασκέτα σε κάθε γειτονιά ανά την υφήλιο, είναι ο άνθρωπος που άλλαξε τη νοοτροπία μιας ολόκληρης πόλης, που ως εκείνο το σημείο ήταν γνωστή για το υπερβολικό της κρύο (Windy City), τα ναρκωτικά και τις αμέτρητες δολοφονίες στις φτωχογειτονιές σε καθημερινή βάση.
Για τον τίτλο του GOAT, παρ’ όλα αυτά υπάρχουν μόνο απόψεις- όλες σεβαστές- και κανείς δεν μπορεί να αναιρέσει οποιαδήποτε αντίθετη. Άλλωστε τα κριτήρια είναι καθαρά υποκειμενικά και τίποτα λιγότερο, είναι στο πώς αντιλαμβάνεται ο καθένας το άθλημα και τι θεωρεί ο ίδιος σημαντικό. Και η αλήθεια είναι πως και εγώ προσωπικά δεν βρίσκω κάτι παράλογο στις παραπάνω σειρές.
Αμέτρητος κόσμος θεωρεί τον Μάικλ Τζόρνταν ως GOAT για το ανεπανάληπτο 6/6 στους τελικούς του ΝΒΑ, ορισμένοι θρύλοι του παρελθόντος θεωρούν ως GOAT τον Καρίμ Αμπντούλ-Τζαμπάρ, ο οποίος κι αυτός με τη σειρά του έχει 6 πρωταθλήματα και 10 παρουσίες σε τελικούς (συγκριτικά με τις 6 του Τζόρνταν), άλλοι τον Μάτζικ Τζόνσον με τα 5 πρωταθλήματα (σε 9 τελικούς), που πήγε τη θέση του πόιντ γκαρντ σε άλλο επίπεδο, ενώ τέλος ποιος μπορεί να αφήσει εκτός κουβέντας τον Μπιλ Ράσελ με τα 11 πρωταθλήματα και τον Σαμ Τζόουνς- επίσης των Σέλτικς- με τα 10 πρωταθλήματα, αν μοναδικό του κριτήριο είναι οι τίτλοι; Φυσικά, εκείνη την εποχή στο ΝΒΑ υπήρχαν πολύ λιγότερες ομάδες, όμως ποιος μπορεί να αποδείξει πως η πορεία των τότε Σέλτικς δεν θα ήταν η ίδια αν υπήρχαν 30 ομάδες όπως αντίστοιχα σήμερα, ή 23 όπως στη ρούκι σεζόν του Τζόρνταν; Στην πρώτη περίπτωση έχουμε δεδομένα και γεγονότα, στη δεύτερη απλά υποθέτουμε.
Ο ανηφορικός δρόμος προς την κορυφή
Για τον Μάικλ Τζόρνταν ο δρόμος προς την κορυφή δεν ήταν ποτέ στρωμένος με ροδοπέταλα, όπως πληροφορούμαστε και στο «The Last Dance», άλλωστε και ο ίδιος έχει δηλώσει στο παρελθόν τα εξής, «έχω χάσει στην καριέρα μου πάνω από 9.000 σουτ, ηττήθηκα σε σχεδόν 300 παιχνίδια, αστόχησα 26 φορές στο τελευταίο σουτ, απέτυχα ξανά και ξανά στη ζωή μου στις αρχές, για αυτό και στο τέλος πέτυχα».
Ο Τζόρνταν στα πρώτα χρόνια της καριέρας του ήταν γήινος, αν και ο ρυθμός με τον οποίο βελτίωνε το παιχνίδι του από χρονιά σε χρονιά ήταν εξωπραγματικός και εύκολα μπορούσε να αντιληφθεί κανείς τι θα ακολουθούσε στην πορεία. Αρκετοί άνθρωποι ωστόσο- κυρίως μεγαλύτερης ηλικίας και ορισμένοι νεότεροι- στην κουβέντα γύρω από τον Τζόρνταν χρησιμοποιούν λανθασμένα συχνά πυκνά υπερβολικές εκφράσεις, τέτοιες που απέχουν πολύ από την πραγματικότητα, ουσιαστικά εκμηδενίζοντας αρκετούς σταρ εκείνης της εποχής.
Ο Τζόρνταν είχε τρανταχτές ήττες στην καριέρα του, μόνο αποτυχίες μέχρι τη στιγμή που πλαισιώθηκε από τους Σκότι Πίπεν στο παρκέ και τον Φιλ Τζάκσον στον πάγκο, αποκλεισμούς, όπως άλλωστε περιγράφεται και στο ντοκιμαντέρ του «The Last Dance», απόδειξη πως όσο σπουδαίος κι αν είναι κάποιος ατομικά, δεν μπορεί να φτάσει στην κορυφή αν δεν έχει την κατάλληλη υποστήριξη από τους συμπαίκτες του και τον πάγκο. Στις παρακάτω σειρές θα βγει στην επιφάνεια και αυτή η πλευρά του «Air», την οποία πολύς κόσμος σκόπιμα αγνοεί- ή δεν γνωρίζει- προτού φτάσει στην κορυφή και εδραιωθεί εκεί μέχρι τη δύση της καριέρας του.
Η rookie σεζόν του Μάικλ
Το 1984 και σε ηλικία 21 ετών ο Τζόρνταν μπήκε στο ΝΒΑ ως Νο3 του ντραφτ πίσω από τους Χακίμ Ολάζουον και Σαμ Μπόουι. Με το καλημέρα έδειξε τις διαθέσεις του στον οργανισμό των «Ταύρων», φτάνοντας στο τέλος της σεζόν ρεκόρ 38-44 (συγκριτικά με το 27-55 της προηγούμενης χρονιάς) και τερματίζοντας στη 7η θέση της κανονικής διάρκειας. Οι Μπουλς «τράκαραν» στους Μιλγουόκι Μπακς, οι οποίοι- τότε- διατηρούσαν πελατειακές σχέσεις με το γειτονικό Σικάγο και η συνήθεια αυτή δεν άλλαξε ούτε στα πλέι οφ.
Τα «Ελάφια» επικράτησαν 3-1 των «Ταύρων», με τον Τζόρνταν να ολοκληρώνει τη σειρά με 29.3 πόντους, 5.8 ριμπάουντ και 8.5 ασίστ με ποσοστό ευστοχίας 43.6%.
Ο σοβαρός τραυματισμός και οι Σέλτικς
Μόλις στο τρίτο παιχνίδι της δεύτερης χρονιάς ο Τζόρνταν τραυματίστηκε σοβαρά στο πόδι, με αποτέλεσμα να χάσει 64 παιχνίδια. Παρ’ όλα αυτά οι Σικάγο Μπουλς μπήκαν στα πλέι οφ με ρεκόρ 30-52, 5η χειρότερη επίδοση της ιστορίας για ομάδα που τερματίζει στην πρώτη 8αδα της κατάταξης.
Εκεί περίμεναν οι σπουδαίοι Σέλτικς των Λάρι Μπερντ, Κέβιν ΜακΧέιλ, Ρόμπερτ Πάρις και Ντένις Τζόνσον, οι οποίοι «σκούπισαν« με 3-0 τους Μπουλς, επικρατώντας κατά σειρά 123-104, 135-131 και 122-104 παρά τα εκπληκτικά νούμερα του «Air», που ολοκλήρωσε τη σειρά με 43.7 πόντους, 6.3 ριμπάουντ, 5.7 ασίστ και 2.3 κλεψίματα ανά αγώνα με ποσοστό ευστοχίας 50.5%.
Τη χρονιά 1986-87 οι Μπουλς τερμάτισαν ξανά στη 8η θέση της κανονικής σεζόν με ρεκόρ 40-42, πέφτοντας και πάλι πάνω στους ασταμάτητους Σέλτικς. Οι «Κέλτες» σκούπισαν με 3-0 ξανά Μπουλς και Τζόρνταν, επικρατώντας κατά σειρά 108-104, 105-96 και 105-94 παρά την εκπληκτική στατιστική του Μάικ (35.7 πόντοι, 7.0 ριμπάουντ, 6.0 ασίστ και 2.0 κλεψίματα ανά αγώνα με το νορμάλ ποσοστό ευστοχίας στο 41.7% ). Συνεπώς, κάτι που αρκετός κόσμος ίσως και να μη γνωρίζει, είναι πως ο Τζόρνταν δεν έχει κερδίσει ποτέ σε αγώνα πλέι οφ Λάρι Μπερντ και Μπόστον Σέλτικς (0-6).
Η κυριαρχία των «Bad Boys» του Ντιτρόιτ
Τη χρονιά 1987-88 ο Τζόρνταν διένυε την 4η σεζόν του στο ΝΒΑ και η πίεση από τον εγχώριο τύπο στο πρόσωπό του ήταν μεγάλη, καθώς παρά τα εκπληκτικά ατομικά στατιστικά του αδυνατούσε να περάσει τον 1ο γύρο των πλέι οφ. Εκείνη τη σεζόν ωστόσο προστέθηκαν στο ρόστερ οι Σκότι Πίπεν και Χόρας Γκραντ, μιας και ήταν πλέον εμφανές πως ο Τζόρνταν από μόνος του δεν ήταν αρκετός για το επόμενο βήμα.
Όντως οι Μπουλς ξεπέρασαν στον 1ο γύρο το εμπόδιο των Κλίβελαντ Καβαλίερς (3-2) με τον Τζόρνταν να ολοκληρώνει τη σειρά με 45.2 πόντους, 5.4 ριμπάουντ, 4.8 ασίστ και 2.8 κλεψίματα ανά αγώνα με ποσοστό ευστοχίας 54.3%. Η συνέχεια ωστόσο δεν ήταν ανάλογη, οι «Ταύροι» έπεσαν πάνω στους σκληροτράχηλους Ντιτρόιτ Πίστονς, οι τελευταίοι με ηγέτες τους Αζέια Τόμας, Μπιλ Λειμπίρ, Αντριαν Ντάντλεϊ και Τζο Ντούμαρς επικράτησαν με ευκολία 4-1 των Μπουλς (93-82, 95-105, 101-79, 96-77 και 102-95) με τον Μάικ να αποχωρεί ξανά με σκυμμένο το κεφάλι παρά τους 27.4 πόντους μέσο όρο στη σειρά.
Την επόμενη χρονιά (1988-89) το ρεκόρ των «Ταύρων» στην κανονική περίοδο ήταν 47-35, τερμάτισαν μόλις στην 6η θέση της Ανατολής, επικράτησαν ωστόσο στον 1ο γύρο των πλέι οφ 3-2 και πάλι κόντρα στους Κλίβελαντ Καβαλίερς. με τον Μάικ να σημειώνει το περίφημο νικητήριο καλάθι στο Game 5 της σειράς, γράφοντας έναν από τους πλέον γνωστούς πανηγυρισμούς στην ιστορία του αθλήματος (νίκη για τους Μπουλς με 101-100).
Την 5η του χρονιά στο ΝΒΑ ο Μάικλ Τζόρνταν σημείωσε το επόμενο βήμα, φτάνοντας στους τελικούς της περιφέρειας για πρώτη φορά σε ηλικία 26 ετών, έχοντας αποκλείσει στα ημιτελικά τους Νιου Γιορκ Νικς (4-2) των Πάτρικ Γιούιν, Μαρκ Τζάκσον και Τσαρλς Οκλεϊ. Για 2η σερί χρονιά ωστόσο η κατάληξη ήταν η ίδια, καθώς ο Τζόρνταν δεν μπόρεσε να ξεπεράσει το εμπόδιο των «Bad Boys». Οι Πίστονς επικράτησαν 4-2 των Μπουλς (88-94, 100-91, 97-99, 86-80, 94-85, 103-94) κι ο Μάικ αποχώρησε με σκυμμένο το κεφάλι παρά τη βοήθεια των Πίπεν, Γκραντ. Ο «Air» ολοκλήρωσε εκείνη τη σειρά με 29.6 πόντους, 5.5 ριμπάουντ και 6.0 ασίστ ανά αγώνα, γράφοντας ωστόσο ορισμένες νωθρές- για τα δεδομένα του- εμφανίσεις όπως στο Game 4 (23 πόντους με 5-15 σουτ) και στο Game 5 (18 πόντους με 4-8 σουτ, εκ των οποίων οι 10 πόντοι από τη γραμμή των βολών).
Τη σεζόν 1989-90 ο Φιλ Τζάκσον ανέλαβε τα ηνία στον πάγκο των Μπουλς, καθώς μέχρι εκείνο το σημείο ήταν ο ασίσταντ κόουτς του σπουδαίου Νταγκ Κόλινς. Ακόμα όμως και με τον Φιλ στο τιμόνι, Μάικλ Τζόρνταν και Μπουλς τερμάτισαν στην 3η θέση της Ανατολής (55-27) πίσω από Φιλαδέλφεια Σίξερς (53-29) και Ντιτρόιτ Πίστονς (59-23).
Στον 1ο γύρο των πλέι οφ περίμεναν πλέον με πλεονέκτημα έδρας τους Μιλγουόκι Μπακς και οι «Ταύροι» έμοιαζαν αποφασισμένοι και έτοιμοι να ξορκίσουν την κατάρα κόντρα στα «Ελάφια». Ο Μάικ πήρε από το χέρι την ομάδα και την οδήγησε σε πρόκριση 3-1 ολοκληρώνοντας τη σειρά με 36.7 πόντους, 8.0 ριμπάουντ, 7.0 ασίστ και 2.5 κλεψίματα ανά αγώνα. Στην επόμενη φάση ο Μάικλ Τζόρνταν τέθηκε αντιμέτωπος με το εμπόδιο των Φιλαδέλφεια Σίξερς των Τσαρλς Μπάρκλεϊ, Τζόνι Ντόκινς και Χέρσι Χόκινς. Οι «Ταύροι» πιάνοντας εξαιρετική απόδοση επικράτησαν 4-1 με τον Μάικ να γράφει εκπληκτικούς μέσους όρους (43.0 πόντους, 6.6 ριμπάουντ, 7.4 ασίστ) και τον Σκότι Πίπεν άξιο συμπαραστάτη του και στις δύο πλευρές του γηπέδου.
Ακόμα κι έτσι όμως το εμπόδιο των «Bad Boys» Πίστονς έμοιαζε ανυπέρβλητο. Σε μια από τις πιο σκληρές σειρές στην ιστορία του ΝΒΑ με αμέτρητο ξύλο, καυγάδες και μαρκαρίσματα στα όρια του αντιαθλητικού τα «κακά παιδιά» των Αζέια Τόμας, Τζο Ντούμαρς, Ντένις Ρόντμαν επικράτησαν 4-3 των «Ταύρων» στέλνοντας σπίτι τον Μάικλ Τζόρνταν για 3η σερί χρονιά παρά την ασύλληπτη στατιστική του ( 32.1 πόντοι, 7.1 ριμπάουντ, 6.2 ασίστ).
Η ώρα του Φιλ Τζάκσον
Με το τέλος της έκτης χρονιάς του Μάικλ Τζόρνταν στο ΝΒΑ σε ηλικία 27 ετών οι αριθμοί- ατομικά- του Μάικ ήταν εξωπραγματικοί, ο ίδιος ωστόσο αδυνατούσε να φτάσει μέχρι την κορυφή. Συνολικό ρεκόρ του στα πλέι οφ 22-31 νίκες-ήττες και ταβάνι οι τελικοί της Ανατολικής Περιφέρειας, εκεί όπου για τρεις σερί χρονιές σταματούσε στο εμπόδιο των Ντιτρόιτ Πίστονς.
Εκείνο ήταν το χρονικό σημείο στο οποίο παρενέβη ο σπουδαίος Φιλ Τζάκσον. Ο «Ζεν Μάστερ» ήταν ίσως ο μοναδικός άνθρωπος επί γης τότε ο οποίος δεν επηρεαζόταν στο ελάχιστο από τις συζητήσεις περί «Θεού» του μπάσκετ γύρω από το πρόσωπο του Τζόρνταν. Στρίμωξε τον Μάικ και του ξεκαθάρισε με κάθε τρόπο πως το συγκεκριμένο στυλ παιχνιδιού του δεν ήταν αυτό που θα τον οδηγούσε στην κορυφή. «Του είπα πως σε ένα έρημο νησί δεν είναι μόνος του, άλλα είμαστε όλη η ομάδα μαζί, είμαστε εμείς εναντίον όλων, δεν θέλω απλά να είσαι πρώτος σκόρερ, οι κορυφαίοι σκόρερ από μόνοι τους δεν κερδίζουν ποτέ πρωταθλήματα, επίτρεψε στους συμπαίκτες σου να συμμετέχουν περισσότερο στο παιχνίδι» κι όπως φυσικά παραδέχτηκε μετέπειτα σε συνέντευξη του κι ο ίδιος ο Φιλ, «δέχτηκε το ρόλο του με χαρά και η συνέχεια ήταν εξαιρετική».
Η πρώτη στέψη και η κυριαρχία των Μπουλς
Τη σεζόν 1990-91 η κληρονομιά του Μάικλ Τζόρνταν κρεμόταν από μία λεπτή κλωστή και πλέον τα περιθώρια για απώλειες είχαν στενέψει αρκετά, καθώς ο Μάικ- παρά το τρομερό του ταλέντο- υστερούσε σε κάθε συζήτηση περί GOAT συγκριτικά με τους θρύλους εκείνης της εποχής (Καρίμ, Μάτζικ, Μπερντ, Τσάμπερλεϊν) ελλείψει πρωταθλημάτων.
Μάικλ Τζόρνταν και Φιλ Τζάκσον διατηρούσαν από την αρχή σχετικά καλή σχέση, όπως φαίνεται και στο «The Last Dance», αμφότεροι δεν ήταν διατεθειμένοι να αφήσουν άλλη μία χρονιά να περάσει ανεκμετάλλευτη. Η κανονική σεζόν ήταν εξαιρετική για τους «Ταύρους» οι οποίοι με ρεκόρ 61-21 τερμάτισαν στην 1η θέση της Ανατολής. Στον 1ο γύρο των πλέι οφ Νιου Γιορκ Νικς και Πάτρικ Γιούιν αποδείχθηκαν μικρό εμπόδιο με τον Μάικ να «σκουπίζει» τους αντιπάλους του, ολοκληρώνοντας τη σειρά με 29.0 πόντους, 4.6 ριμπάουντ και 6.0 ασίστ ανά αγώνα. Για δεύτερη σερί χρονιά Φιλαδέλφεια Σίξερς και Τσαρλς Μπάρκλεϊ δεν μπόρεσαν να κοιτάξουν κατάματα τον «Air», ηττήθηκαν 1-4 και οι «Ταύροι» προκρίθηκαν στους τελικούς της περιφέρειας, όπου θα συναντούσαν ξανά τους «Bad Boys» Πίστονς.
Οι Μάικλ Τζόρνταν, Σκότι Πίπεν και Φιλ Τζάκσον ωστόσο δεν θα επέτρεπαν για 4η σερί χρονιά έναν αποκλεισμό από τον Αζέια Τόμας και την παρέα του. Βγήκαν οι σκούπες (4-0) για τους «Ταύρους» και η πρόκριση ήρθε εμφατικά στους τελικούς του ΝΒΑ για πρώτη φορά στην ιστορία των Μπουλς. Ο Τζόρνταν ολοκλήρωσε την σειρά με 29.7 πόντους, 5.2 ριμπάουντ και 7.0 ασίστ, άξιος συμπαραστάτης του φυσικά και ο Σκότι Πίπεν (22.0 πόντοι, 7.8 ριμπάουντ και 5.3 ασίστ ανά αγώνα).
Χαρακτηριστικό στιγμιότυπο εκείνης της σειράς η αποχώρηση των Πίστονς πριν την ολοκλήρωση του αγώνα, χωρίς να συγχαρούν τους αντιπάλους τους με τη λήξη, με το παρασκήνιο φυσικά να θέλει τον Αζέια Τόμας εκτός της Dream Team για αυτόν ακριβώς τον λόγο. Μάλιστα ο Μάικλ Τζόρνταν στα χτεσινά επεισόδια του «The Last Dance» χαρακτήρισε μαλάκα τον Τόμας για εκείνη την ενέργειά του. Το χαρακτηριστικό απόσπασμα στο 3:30 του παρακάτω βίντεο.
Οι τελικοί κόντρα στους Λος Αντζελες Λέικερς των Μάτζικ Τζόνσον και Τζέιμς Γουόρθι εξελίχθηκαν σε περίπατο για τους Μπουλς (4-1) και το πρώτο δαχτυλίδι για τον «Air» ήταν γεγονός.
Στα επόμενα δύο χρόνια συνεχίστηκε η κυριαρχία των Μπουλς και μαζί η ανοδική πορεία του Μάικλ Τζόρνταν προς την κορυφή. Ρεκόρ 67-15 κατά τη σεζόν 1991-92, σκούπα στον 1ο γύρο των πλέι οφ κόντρα στους Μαϊάμι Χιτ (3-0), έστω και με δυσκολία επικράτησαν στην πορεία των Νικς (4-3) στον 2ο γύρο των πλέι οφ, ενώ στους τελικούς της Ανατολής απέκλεισαν τους Κλίβελαντ Καβαλίερς (4-2) με τον Μάικ να παίζει χωρίς αντίπαλο.
Στους τελικούς του ΝΒΑ αντιμετώπισαν τους Πόρτλαντ Μπλέιζερς. Ο Κλάιντ Ντρέξλερ ήταν απελπιστικά μόνος του στη μεγαλύτερη διάρκεια της σειράς συγκριτικά με τη γεμάτη ομάδα των Μπουλς και η ήττα με 2-4 έμοιαζε με φυσικό επακόλουθο.
Το πρώτο three-peat
Ο Μάικλ Τζόρνταν είχε πλέον το «know how» από νίκες και δαχτυλίδια και ξεκινούσε την σεζόν 1992-93 ως φαβορί για την κατάκτηση ενός ακόμα τίτλου. Αγωνίστηκε σε 78 από τα 82 παιχνίδια, γράφοντας εκπληκτικούς μέσους όρους, η κανονική σεζόν ωστόσο τους βρήκε στη 2η θέση (57-25) πίσω από τους Νικς. Στον 1ο γύρο των πλέι οφ βγήκαν οι σκούπες κόντρα στους Ατλάντα Χοκς του Ντομινίκ Γουίλκινς (114-90, 117-102 και 98-88), σκούπες και στο 2ο γύρο με τους Κλίβελαντ Καβαλίερς (91-84, 104-85, 96-90 και 103-101), ενώ στους τελικούς της Περιφέρειας, αν και βρέθηκαν πίσω 0-2 (90-98 και 91-96) κόντρα στους Νιου Γιορκ Νικς, πέτυχαν 4 σερί νίκες (103-83, 105-95, 97-94, 96-88) με τον «Air» να ολοκληρώνει την σειρά με 32.1 πόντους, 6.1 ριμπάουντ και 7.0 ασίστ.
Στους τελικούς Μάικλ Τζόρνταν και Σικάγο Μπουλς τέθηκαν αντιμέτωποι με τους Φοίνιξ Σανς των Τσαρλς Μπάρκλεϊ και Κέβιν Τζόνσον, με τους «Ταύρους» τελικά να επικρατούν 4-2 και τον Μάικ να ολοκληρώνει την σειρά με 41.0 πόντους, 8.5 ριμπάουντ και 6.3 ασίστ, παίρνοντας εύκολα ένα ακόμα βραβείο MVP.
Η πρώτη απόσυρση και ο εθισμός στον τζόγο
Ο Μάικλ Τζόρνταν μπορεί να οργίαζε εντός γηπέδου, εκτός από αυτό όμως κάθε άλλο παρά υπόδειγμα αθλητή και ανθρώπου μπορούσε να θεωρηθεί. Εθισμένος στα χαρτιά και στον τζόγο, ενώ τα μακρόστενα πούρα του είχαν κυριολεκτικά γίνει προέκταση του χεριού του, συν τοις άλλοις ποτέ δεν φημίζονταν για τις καλές του σχέσεις με ορισμένους συμπαίκτες του, έχοντας φτάσει μάλιστα στη χειροδικία.
Εκείνο το καλοκαίρι ο ίδιος είχε παραδεχτεί τα προβλήματα που αντιμετώπιζε, άλλωστε ο φακός του «The Last Dance» τον έπιασε σε τραπέζι πόκερ μία ημέρα πριν τους τελικούς της Ανατολής κόντρα στους Νικς. Σενάρια εκείνης της εποχής θέλουν τον Τζόρνταν να ποντάρει ακόμα και σε αγώνες του ΝΒΑ, κάτι που εξόργισε φυσικά τον τότε κομισάριο Ντέιβιντ Στερν.
Στις 23 Ιουλίου του 1993 δολοφονήθηκε ο πατέρας του από δύο νεαρούς, με αποτέλεσμα την ψυχολογική κατάρρευση του «Air», σε συνδυασμό φυσικά με την κακή εξωγηπεδική του ζωή. Στις 6 Οκτωβρίου του 1993 ανακοίνωσε την απόσυρση από το άθλημα για «συναισθηματικούς λόγους», αν και άπαντες πιστεύουν πως ήταν μια σιωπηρή τιμωρία από τη λίγκα για όλα τα παραπτώματά του μέχρι εκείνο το σημείο.
Το «αν» δεν θα έπρεπε να υπάρχει στο λεξικό
Ο Μάικλ Τζόρνταν έχασε ολόκληρη την σεζόν 1993-94, ενώ την επόμενη χρονιά (1994-95) επέστρεψε και αγωνίστηκε σε 17 αγώνες της κανονικής σεζόν (35.7 πόντοι, 9.1 ριμπάουντ και 7.0 ασίστ ανά αγώνα) με τους Μπουλς να τερματίζουν στην 5η θέση της Ανατολής με ρεκόρ 47-35. Με τον Τζόρνταν πλέον ζεστό επικράτησαν 3-1 των Σάρλοτ Χόρνετς στον 1ο γύρο των πλέι οφ, τρακάροντας στην πορεία στους Ορλάντο Μάτζικ των Σακίλ Ο’ Νιλ, Χάρνταγουεϊ και Χόρας Γκραντ.
Οι «μάγοι» δεν μάσησαν από την δόξα του «Air», με ομαδικό μπάσκετ και πολυφωνία στην επίθεση πήραν τη σειρά 4-2, διακόπτοντας το νικηφόρο σερί του Τζόρνταν στα πλέι οφ.
Εκείνη τη διετία (1994, 1995) αναδείχθηκαν ισάριθμες φορές πρωταθλητές οι Χιούστον Ρόκετς των Χακίμ Ολάζουον, Ρόμπερτ Χόρι και Κένι Σμιθ, ενώ φυσικά στο ρόστερ προστέθηκε το 1995 και ο Κλάιντ Ντρέξλερ.
Ακόμα κι έτσι όμως υπάρχουν πολλοί φαν του Μάικ που χρησιμοποιούν συχνά πυκνά το επιχείρημα «αν ο Μάικ δεν σταματούσε θα έπαιρνε 8 σερί δαχτυλίδια» κτλ κτλ, το οποίο κατά την προσωπική μου άποψη είναι το λιγότερο αστείο. Αρχικά γιατί ο Τζόρνταν τη 2η χρονιά επέστρεψε και είχε την ευκαιρία του κόντρα στους Μάτζικ, από τους οποίους αποκλείστηκε, εν συνεχεία γιατί το συγκεκριμένο επιχείρημα ουσιαστικά εκμηδενίζει τους σταρ εκείνης της εποχής και ειδικά τους Χακίμ, Ντρέξλερ που με βάση την τεράστια καριέρα τους άξιζαν τουλάχιστον ένα πρωτάθλημα.
Συν τοις άλλοις ποιος μπορεί να πει με βεβαιότητα πως οι Μπουλς θα άντεχαν στν σωματική και ψυχολογική φθορά αν φτάνανε μέχρι το τέλος της διαδρομής τη διετία 1994-95; Ποιος μπορεί να εγγυηθεί πως δεν θα μεσολαβούσε ένας τραυματισμός ή μία διαμάχη; Δεν είναι και λίγο πράγμα 100+ παιχνίδια για 8 σερί χρονιές και συνεχής πίεση από τον τύπο για νίκες και τίτλους. Άλλωστε, και πλέον αυτό είναι εμφανές σε όποιον παρακολουθεί το «The Last Dance», οι «Ταύροι» σαν οργανισμός δεν ήταν και ο πλέον ανθεκτικός στις συνεχείς ερωτήσεις του τύπου για εσωτερικά ζητήματα.
Η προσωπική μου άποψη είναι πως αυτή η προσωρινή απόσυρση του Τζόρνταν λειτούργησε ευεργετικά για το δεύτερο three-peat που ακολούθησε. Για το τέλος, και για το «αν ο Μάικ δεν αποσυρόταν», που χρησιμοποιούμε στις καφενειακές συζητήσεις, παραθέτω τα λεγόμενα του ίδιου του Τζόρνταν για τη λέξη «αν»: «The word –if- should never be in the dictionary, because you will never see the flip side of that», σε ελεύθερη μετάφραση «η λέξη αν δεν θα έπρεπε να υπάρχει στο λεξικό γιατί ποτέ δεν θα μάθουμε τι θα συνέβαινε στην αντίθετη περίπτωση». Στο 1:27 του βίντεο η δήλωση του Μάικ.
Η επιστροφή στο θρόνο
Για τον Μάικλ Τζόρνταν η διετία 1994-95 δεν ήταν εύκολη, ο ίδιος δέχτηκε αρκετή κριτική για την εξωγηπεδική του ζωή, συνεπώς μπήκε στη σεζόν 1995-96 αποφασισμένος να κλείσει στόματα. Οι Μπουλς ξεκίνησαν με σερί 41-3 και ολοκλήρωσαν τη χρονιά με ρεκόρ 72-10, καλύτερη επίδοση μέχρι το 2016 όταν οι Γκόλντεν Στέιτ Γουόριορς έφτασαν στο- επίσης- ασύλληπτο 73-9.
Τα πλέι οφ εκείνης της χρονιάς εξελίχθηκαν σε περίπατο. Οι «Ταύροι» σκούπισαν τους Μαϊάμι Χιτ (3-0) των Αλόνζο Μούρνινγκ και Τιμ Χάρνταγουεϊ, επικράτησαν -κατά γενική ομολογία- εύκολα των Νιου Γιορκ Νικς (4-1), ενώ το καλύτερο το φυλούσαν για τους τελικούς της Ανατολής, παίρνοντας εκδίκηση από τους Ορλάντο Μάτζικ των Σακίλ και Πένι Χάρνταγουεϊ. Οι Μπουλς εκείνης της χρονιάς των Μάικλ Τζόρνταν, Σκότι Πίπεν, Τόνι Κούκοτς, Ντένις Ρόντμαν και Ρον Χάρπερ έμοιαζαν βγαλμένοι από βιντεοπαιχνίδι και σκούπισαν με 4-0 τους Μάτζικ.
Στον τελικό συνάντησαν τους Σιάτλ Σούπερ Σόνικς (64-18) των Κεμπ, Πέιτον και Σρεμπφ, το εμπόδιο αποδείχτηκε ελαφρώς κατώτερο του αναμενόμενου, οι Μπουλς επικράτησαν 4-2 και ο Μάικλ Τζόρνταν πρόσθεσε το 4ο δαχτυλίδι στο χέρι του, γράφοντας στη σειρά 27.3 πόντους, 5.3 ριμπάουντ, 4.1 ασίστ και 1.6 κλεψίματα ανά αγώνα με ποσοστό ευστοχίας 41.1%.
Η επόμενη χρονιά δεν διέφερε και πολύ για τον Μάικλ Τζόρνταν και τους Σικάγο Μπουλς. Ολοκλήρωσαν την κανονική σεζόν με ρεκόρ 69-13, «σκουπίζοντας» στον 1ο γύρο τους ανεπαρκείς Ουάσινγκτον Μπούλετς, στα ημιτελικά της Ανατολής απέκλεισαν τους Ατλάντα Χοκς (4-1) του Ντικέμπε Μουτόμπο, με τον Σκότι Πίπεν να πραγματοποιεί εκπληκτική σειρά σε άμυνα και επίθεση, ενώ στους τελικούς της περιφέρειας επικράτησαν ξανά των Μαϊάμι Χιτ (4-1), ίσως στην πιο εύκολη πορεία τους σε τελικούς του ΝΒΑ.
Εκεί περίμεναν οι Γιούτα Τζαζ (64-18) των Καρλ Μαλόουν και Τζον Στόκτον. Η συγκεκριμένη σειρά τελικών ήταν μία από τις πλέον επικές στο ΝΒΑ κι ίσως αυτή που κυριολεκτικά εδραίωσε τον Μάικλ Τζόρνταν στην κορυφή. Τα 5 πρώτα παιχνίδια της σειράς ήταν κανονικός πόλεμος. Οι Μπουλς πήραν τα δύο πρώτα παιχνίδια (84-82, 97-85) με τον Μάικ να σημειώνει 31 και 38 πόντους αντίστοιχα, ηττήθηκαν στα δύο επόμενα (93-104, 73-78), παίρνοντας ξανά κεφάλι στην σειρά (3-2), 90-88 στο Game 5 στο Σολτ Λέικ.
Το φινάλε στο Game 6 στο Σικάγο ήταν επικό. Για τους Γιούτα ήταν do or die αγώνας, γνώριζαν ότι έπρεπε πάση θυσία να κάνουν το μπρέικ και να παίξουν τα ρέστα τους σε ένα τελευταίο ματς μπροστά στο κοινό τους. Εκεί ο τηλεοπτικός φακός απαθανάτισε μια σπουδαία στιγμή. Με το σκορ στο 86-86 και 28’’ να απομένουν οι δύο ομάδες αποσύρονται στους πάγκους για τάιμ άουτ. Ο Τζόρνταν σκεπτικός γυρίζει προς τον Στιβ Κερ, «θα μου κάνουν νταμπλ τιμ, να είσαι έτοιμος αν σου πασάρω», με τον Κερ να απαντάει «θα είμαι έτοιμος». Καλάθι από τον Κερ, κλέψιμο από τον Πίπεν στην επόμενη φάση ακριβώς μετά το τάιμ άουτ, κάρφωμα από τον Τόνι Κούκοτς και τα υπόλοιπα είναι ιστορία. Στο παρακάτω βίντεο η ιστορική στιγμή.
Η σεζόν του «The Last Dance»
Για την τελευταία σεζόν του Μάικλ Τζόρνταν με τη φανέλα των Μπουλς θεωρώ πως τα σχόλιά μου και η αναφορά μου περισσεύουν από τη στιγμή που αυτή προβάλλεται με έναν τρόπο επικό από το ESPN στο «The Last Dance». Το γνωστό αμερικάνικο δίκτυο βάζει τον κάθε μπασκετόφιλο στα παρασκήνια των «Ταύρων» εκείνης της χρονιάς και σίγουρα μαθαίνουμε από πρώτο χέρι καταστάσεις, δηλώσεις και σκηνικά της εποχής, άραγε τι παραπάνω από αυτό μπορεί να ζητήσει κανείς;
Σαφώς ό,τι πιο ενδιαφέρον αυτή τη στιγμή στον αθλητικό κόσμο, από τη στιγμή που ο μπασκετικός και ο ποδοσφαιρικός χώρος έχουν στην κυριολεξία παραλύσει, πρόσφατο παράδειγμα το ολλανδικό πρωτάθλημα με την Ομοσπονδία της χώρας να ανακοινώνει την οριστική διακοπή της φετινής Eredivisie
Η κουβέντα περί GOAT
Μπορεί σε ορισμένους η- καθαρά προσωπική μου- άποψη να θεωρηθεί ελαφρώς αιρετική, όμως δεν θεωρώ τον Μάικλ Τζόρνταν ως GOAT ειδικά σε καθαρά αγωνιστικό κομμάτι, από τη στιγμή που ηττήθηκε ξανά και ξανά στα πρώτα χρόνια της καριέρας του. Και για να προλάβω τους σκληροπυρηνικούς φαν του «Air», δεν θεωρώ ΚΑΝΕΝΑΝ ως GOAT σε ένα ομαδικό άθλημα, ούτε στο ποδόσφαιρο, ούτε στο μπάσκετ, ούτε στο βόλεϊ, πουθενά.
Στο ποδόσφαιρο για παράδειγμα άλλοι λένε Μέσι, άλλοι Κριστιάνο Ρονάλντο, άλλοι Μαραντόνα κτλ., συγκεκριμένη απάντηση δεν υπάρχει και δεν μπορεί να υπάρξει – παρά μόνο απόψεις. GOAT θεωρώ έναν σπρίντερ όπως ο Γιουσέιν Μπολτ, έναν πυγμάχο όπως ο Μοχάμεντ Αλί, έναν κολυμβητή όπως ο Μάικλ Φελπς και πάει λέγοντας. Μιλάμε για ένα ομαδικό σπορ στο οποίο ποτέ, κανένας δεν κέρδισε μόνος του.
Ο Καρίμ χρειάστηκε αρχικά τον Οσκαρ Ρόμπερτσον και εν συνεχεία τον Μάτζικ για να φτάσει σε τίτλους, ο Λάρι Μπερντ τους Κέβιν ΜακΧέιλ και Ρόμπερτ Πάρις, ο Μάικλ Τζόρνταν τους Σκότι Πίπεν και Φιλ Τζάκσον, ο Κόμπι Μπράιαντ τον Σακίλ Ο’ Νιλ, ο Κέβιν Γκαρνέτ τον Πολ Πιρς και πάει λέγοντας. Ποιος ξέρει και ποιος μπορεί να προβλέψει την πορεία όλων των παραπάνω χωρίς το μπασκετικό τους ταίρι;
Άλλωστε όπως αναφέρει στο πρώτο επεισόδιο του «The Last Dance» και ο ίδιος ο Μάικλ Τζόρνταν, «όταν μιλάτε για μένα και για τους τίτλους μου, θέλω να βάζετε και το όνομα του Σκότι Πίπεν από δίπλα» και θεωρώ πως η συγκεκριμένη φράση συνοψίζει τα πάντα για το πόσο σημαντικό είναι ένα supporting system σε ένα ομαδικό άθλημα. Στο κάτω κάτω, από τη στιγμή που το δηλώνει ο ίδιος ο «Air», ποιοι είμαστε εμείς να το αμφισβητήσουμε;