Ο σημερινός ημιτελικός του Ρολάν Γκαρός, μεταξύ του Τζόκοβιτς και του Τσιτσιπά, δεν είναι μια απλή αναμέτρηση, καθώς μπορεί να αποδειχθεί ένα παιχνίδι ορόσημο, τόσο για την επικείμενη αλλαγή σκυτάλης στην κορυφή του αθλήματος (ακόμα κι αν Ναδάλ, Τζόκοβιτς και Φέντερερ δείχνουν «απέθαντοι» ο κλοιός όλο και στενεύει), όσο και αναφορικά με τις αθλητικές προτιμήσεις του ελληνικού κοινού.
Γιατί το τένις στην Ελλάδα παρέμεινε για δεκαετίες παρεξηγημένο άθλημα, σχεδόν αποκλειστικό προνόμιο των επιφανών μελών των ομίλων Αθηνών και Φιλοθέης, κουβαλώντας παράλληλα τη ρετσινιά του ακριβού σπορ της ελίτ και των νεόπλουτων, μιας κάστας ανθρώπων ξεκομμένης πλήρως από τη σκληρή καθημερινότητα και τα ειωθότα του μέσου Έλληνα – σε πλήρη αντίθεση με την υπόλοιπη Ευρώπη, όπου το Τένις αποτελεί κομμάτι του μαζικού αθλητισμού και βασικό πόλο έλξης του κοινού εδώ και αιώνες.
Προγνωστικά Τένις: Οδός Τζόκοβιτς
Στο Küstendorf, το περίφημο χωριό που έκτισε ο Κοστουρίτσα, ανάμεσα στις οδούς Φελίνι και Τέσλα, την πλατεία Μαραντόνα και το θέατρο Κιούμπρικ, δεσπόζει η οδός Τζόκοβιτς, ενδεικτική της αγάπης του σκηνοθέτη, όχι για το Τένις, αλλά για τις προσωπικότητες που υπερβαίνουν τα όρια του αθλήματος ή της τέχνης τους, ως πολιτικά όντα.
«Αν αύριο έφτιαχνα μια ταινία για τον Ζιντάν, θα ξεκίναγα από την κουτουλιά στον Ματεράτσι, γιατί είναι μια εικόνα που σοκάρει, γιατί η βία της μαρκάρει ακριβώς το σημείο υπερχείλισης που ο αθλητής λειτουργεί σαν πολιτικός άνδρας. Ακριβώς γι’ αυτό δεν θα κινηματογραφούσα ποτέ τον Μπέκαμ, τι να τα κάνω τα κοστούμια και την κορεκτίλα του. Στην εποχή μας, οι μεγάλοι αθλητές λειτουργούν σαν ρομπότ, μετράνε τις λέξεις, μη τυχόν πουν κάτι ανάρμοστο,ει δυνατόν να μη σκέφτονται καν. Ο Τζόκοβιτς δε λειτουργεί έτσι.
Μεταξύ του Ναδάλ και του Φέντερερ, ο Νόβακ βρίσκεται σαφώς πιο κοντά στον Φέντερερ, όσον αφορά την τεχνική και την εφευρετικότητα, αλλά ταυτόχρονα είναι εντελώς “ναδαλισμένος” στη νοοτροπία και τη φυσική κατάσταση. Οι Σέρβοι είχαν πάντα περίσσευμα ταλέντου και τεχνικής, αλλά υστερούσαν στο κοντρολάρισμα των συναισθημάτων τους. Γιατί σε ένα άθλημα που δεν έχει σημασία ο τέλειος πόντος, αλλά η ικανότητα να πιάσεις σε κάθε πόντο σταθερή απόδοση, συναισθηματικά ανεπηρέαστος, ο Νόβακ ήταν ο πρώτος Σέρβος που συνδύασε το ταλέντο με αυτή τη μενταλιτέ.
Για να επιβιώσουν αθλητικά στην αδυσώπητη σκιά της ΕΣΣΔ, οι χώρες του ανατολικού μπλοκ επένδυσαν σε διαφορετικό τομέα η κάθε μία: η Ρουμανία στην ενόργανη γυμναστική, η Βουλγαρία στην άρση βαρών, η Ανατολική Γερμανία στην κολύμβηση και η Γιουγκοσλαβία στα ομαδικά σπορ, κάτι που μόνο τυχαίο δεν ήταν για ένα μωσαϊκό λαών και επιρροών στην καρδιά της Ευρώπης, που ειδικά στη δεκαετία του ’80 μας χάρισε μερικές από τις πιο απολαυστικές ομάδες όλων των εποχών, ξέχειλες σε τεχνική και φαντασία, αλλά και καλουπαρισμένες από πιτσιρίκια στη μεγάλη των πλάβι σχολή. Και μόνο τυχαίο δεν είναι που η κατακερματισμένη πια Σερβία, εδώ και δεκαετίες έχει φωτογραφίες για κάδρο, μονάχα τις ατομικές διακρίσεις του Τζόκοβιτς…
Προγνωστικά στοιχήματος: Το μήλο κάτω απ’ τη μηλιά
Αν το αγέρωχο βλέμμα της τροπαιούχου κοπέλας της φωτογραφίας σάς είναι απροσδιόριστα οικείο δεν είναι τυχαίο. “Τρεις ημέρες διεθνές τένις παρακολούθησαν οι φίλοι του αθλήματος στον όμιλο της Φιλοθέης στα πλαίσια του κυπέλλου Αννί Σουαμπί, ομαδικό τουρνουά για κορίτσια κάτω των 21 ετών”. Στη Φιλοθέη διαγωνίστηκαν πέντε κράτη: η Σοβιετική Ένωση, η Ιταλία, το Βέλγιο, η Ουγγαρία και η Ελλάδα, με εμφανή την ανωτερότητα των Σοβιετικών, χάρις στο εξαιρετικό ταλέντο της 17χρονης Ιουλίας Σαλνίκοβα, Νο. 1 τζούνιορ παίκτρια στη Σοβιετική Ένωση και κόρη του θρυλικού ποδοσφαιριστή και «χρυσού» ολυμπιονίκη Σεργκεϊ Σαλνίκοφ.
Η Γιούλια που είχε εντυπωσιάσει από κάθε άποψη και στα τουρνουά Ακρόπολις εκείνης και της προηγούμενης χρονιάς, σημείωσε τρομερές νίκες στα αντίστοιχα Fed Cup, αλλά η καριέρα της δεν είχε την ανάλογη συνέχεια, καθώς οι περιορισμοί στα ταξίδια της και οι συγκρούσεις με τους προπονητές της ομοσπονδίας – που δεν ενέκριναν το γεγονός πως ο τότε φίλος της ήταν από τη Γιουγκοσλαβία – περιόρισε δραματικά τις ευκαιρίες της και εντέλει αναγκάστηκε να σταματήσει στα 20 της για να αφοσιωθεί στις σπουδές της στο πανεπιστήμιο της Μόσχας. «Κάθε παίκτρια από τη Σοβιετική Ένωση είχε τέτοια προβλήματα τότε, αλλά ειδικά εγώ ήμουν συνέχεια κάτω από το βλέμμα τους»
Για καλή μας τύχη, μετά από μερικά χρόνια, η μοίρα έφερε το βλέμμα της Γιούλιας σε ένα από τα τελευταία της παιχνίδια (αφού είχε ολοκληρώσει τις σπουδές της) να συναντά το βλέμμα του διαιτητή Αποστόλη Τσιτσιπά, με αποτέλεσμα να χαρίσουν στον θαυμαστό κόσμο των σπορ ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα όλων των εποχών με απίστευτη τεχνική επάρκεια, που συνδυάζει την εμφάνιση του Μποργκ, την ανταγωνιστική φύση του Ναδάλ και τη χορευτική δεινότητα του Φέντερερ, με μια ανεπιτήδευτη επικοινωνιακή αύρα και ευρυμάθεια, σε ένα ακαταμάχητο χαρμάνι που απλά δεν γίνεται να μην αφήσει εποχή.
Προγνωστικά Τσιτσιπάς: Περισσότερο από ένα παιχνίδι
Ο Στέφανος Τσιτσιπάς, ανεξάρτητα από το αν θα κατακτήσει φέτος το Ρολάν Γκαρός, είναι περίπου δεδομένο ότι θα μεσουρανήσει για πολλά χρόνια στο παγκόσμιο στερέωμα, ακριβώς γιατί τα συνδυάζει όλα: το natural τάλαντο (τεχνική και πλαστικότητα – εδώ, ασφαλώς, δεν είναι άμοιρο το ρωσικό γονίδιο των πρωταθλητών μαμάς/παππού) με φοβερή νοοτροπία νικητή και προσωπικότητα στο άκρον άωτο του «ναδαλισμού», μαζί με ένα εκρηκτικό μεσογειακό ταμπεραμέντο και θεατρικότητα που έχουν από πολύ νωρίς πλαστεί πάνω στις αρχές της μεγάλης των “πλάβι” και του Μουράτογλου σχολή.
Στην τελική ανάλυση, η μοναδικότητα του Στέφανου έγκειται στο ότι έχει καταφέρει να βρεθεί ένα βήμα πριν την κορυφή, χωρίς να απεμπολήσει την θεαματικότητα και τον ιδιοσυγκρασιακό χαρακτήρα του παιχνιδιού του – κατά βάθος προσπαθεί να ισορροπήσει στη διελκυστίνδα μεταξύ της εγγενούς ανάγκης του να προσφέρει απλόχερα σόου (με ριψοκίνδυνα θεαματικά χτυπήματα, σαν να βρίσκεται σε διαγωνισμό καρφωμάτων σε “all star game” που το αποτέλεσμα δεν είναι αυτοσκοπός) και του προορισμού του, σαν πρωταθλητή που του τριβελίζει το μυαλό με τη φράση «φτάσε, όπου δεν μπορείς», όπερ δεν έχεις την πολυτέλεια να χαραμίσεις ούτε μισό πόντο.
Η αίσθηση μου είναι ότι ο Στέφανος, βουτηγμένος ίσως στον ναρκισσισμό και την άγνοια κινδύνου της τενιστικής του εφηβείας, παίζει ακόμη Τένις για εντελώς διαφορετικούς λόγους από τον Ναδάλ και τον Τζόκοβιτς, οι οποίοι λειτουργούν σχεδόν ρομποτικά και απαρέγκλιτα στην υπηρεσία του δόγματος «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» και το μοναδικό που τους ενδιαφέρει είναι οι τίτλοι (που έρχονται πάντα μόνο με όχημα τη συνέπεια και τη συνέχεια) και το αέναο συναπάντημα με το μπαλάκι, χωρίς να σπαταλήσουν ούτε μισό πόντο παραδομένοι στη χαρά του παιχνιδιού.
Υπό αυτό το πρίσμα δεν προξενεί την παραμικρή έκπληξη που παρά το τόσο προχωρημένο στάδιο του τουρνουά, η αγορά προεξοφλεί ότι ο τίτλος θα καταλήξει στα χέρια μιας από τις δύο αθλητικές μηχανές, χρίζοντας κοινό φαβορί Ναδάλ και Τζόκοβιτς στο 2.00 και αυτόματα υπερακοντίζοντας την απόδοση του Τσιτσιπά στο εξαιρετικά γαλαντόμο 10.00+
Φαίνεται ότι η αχρείαστη ήττα από τον Τσόριτς και κυρίως ο σκληρός τρόπος με τον οποίο αποκλείστηκε από το Αμερικανικό Όπεν, έβαλε τον Στέφανο να δουλέψει πολύ το “mental” σκέλος και τη διαχείριση των συναισθημάτων του και στο Παρίσι εμφανίστηκε περισσότερο ουσιαστικός από ποτέ, χωρίς όμως να τυποποιήσει υπέρμετρα το παιχνίδι του, ακρωτηριάζοντας το από τη χαρά και τις θεαματικές απολήξεις του. Προφανώς σε έναν ημιτελικό κόντρα στον Τζόκοβιτς (και στον τελικό απέναντι στον Ναδάλ), ελλοχεύει πάντα ο κίνδυνος της υποτροπής και του γλυστρήματος στην αμετροέπεια (που όταν ο φακός σε πιάνει πρώτο πλάνο δεν είναι καθόλου ωραίο) και την έπαρση (που συνεπάγεται μοιραία αβίαστα λάθη). Είμαι πάντως 100% διατεθειμένος να πληρώσω και να το μαθαίνω – ευκαιρίες σαν κι αυτή δεν παρουσιάζονται κάθε μέρα, τόσο μέσα, όσο και έξω από τα κορτ…